Ιωήλ / Joel
1 Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟΝ ΙΩΗΛ, ΤΟΝ ΓΙΟ ΤΟΥ ΦΑΘΟΥΗΛ.
2 Ακούστε τούτο, οι πρεσβύτεροι· και δώστε ακρόαση, όλοι εσείς που κατοικείτε τη γη· Έγινε αυτό στις ημέρες σας ή στις ημέρες των πατέρων σας;
3 Διηγηθείτε γι' αυτό στα παιδιά σας, και τα παιδιά σας στα δικά τους παιδιά, και τα παιδιά τους προς την άλλη γενεά.
4 Ό,τι άφησε η κάμπια, το κατέφαγε η ακρίδα· και ό,τι άφησε η ακρίδα, το κατέφαγε ο βρούχος· και ό,τι άφησε ο βρούχος, το κατέφαγε η ερυσίβη.
5 Συνέλθετε, οι μέθυσοι, και κλάψτε· και ολολύξτε, όλοι οι κρασοπότες, για το νέο κρασί· δεδομένου ότι, αφαιρέθηκε από το στόμα σας.
6 Επειδή, έθνος ανέβηκε ενάντια στη γη μου, ισχυρό και αναρίθμητο, που τα δόντια του είναι δόντια λιονταριού, και έχει μυλόδοντες σκύμνου.
7 Έβαλε την άμπελό μου σε αφανισμό, και τις συκιές μου σε θραύση· την ξεφλούδισε ολοκληρωτικά, και την απέρριψε· τα κλήματά της έμειναν λευκά.
8 Θρήνησε σαν νύφη περιζωσμένη με σάκο για τον άνδρα τής νιότης της.
9 Η προσφορά και η σπονδή αφαιρέθηκε από τον οίκο τού Κυρίου· πενθούν οι ιερείς, οι λειτουργοί τού Κυρίου.
10 Ερημώθηκε η πεδιάδα, πενθεί η γη· επειδή, αφανίστηκε το σιτάρι, ξεράθηκε το νέο κρασί, έλειψε το λάδι.
11 Ντραπείτε, γεωργοί· ολολύξτε, αμπελουργοί, για το σιτάρι και για το κριθάρι· επειδή, ο θερισμός τού χωραφιού χάθηκε.
12 Η άμπελος ξεράθηκε, και η συκιά μαράζωσε· η ροδιά, και ο φοίνικας, και η μηλιά, όλα τα δέντρα τού χωραφιού ξεράθηκαν· ώστε έφυγε η χαρά από τους γιους των ανθρώπων.
13 Περιζωστείτε, θρηνείτε, ιερείς· ολολύζετε, λειτουργοί τού θυσιαστηρίου· ελάτε, διανυχτερεύστε με σάκο, λειτουργοί τού Θεού μου· επειδή, παύθηκε η προσφορά και η σπονδή από τον οίκο τού Θεού σας.
14 Αγιάστε νηστεία, κηρύξτε επίσημη σύναξη, συγκεντρώστε τούς πρεσβύτερους, όλους τούς κατοίκους τού τόπου, στον οίκο τού Κυρίου τού Θεού σας· και βοήστε προς τον Κύριο:
15 Αλλοίμονο για την ημέρα εκείνη! Επειδή, η ημέρα του Κυρίου πλησίασε, και θάρθει όλεθρος από τον Παντοδύναμο.
16 Οι τροφές δεν αφαιρέθηκαν μπροστά από τα μάτια μας, η ευφροσύνη και η χαρά από τον οίκο τού Θεού μας;
17 Οι σπόροι φθείρονται· κάτω από τους βώλους τους, οι σιταποθήκες ερημώθηκαν, οι αποθήκες χαλάστηκαν· επειδή, το σιτάρι ξεράθηκε.
18 Πώς στενάζουν τα κτήνη! Αδημονούν οι αγέλες των βοδιών, επειδή, δεν έχουν βοσκή· ναι, τα ποίμνια των προβάτων αφανίστηκαν.
19 Κύριε, σε σένα θα βοήσω· επειδή, η φωτιά κατανάλωσε τις βοσκές τής ερήμου, και η φλόγα κατέκαψε όλα τα δέντρα τού χωραφιού.
20 Ακόμα, τα κτήνη τής πεδιάδας χάσκουν προς εσένα· επειδή, ξεράθηκαν τα ρυάκια των νερών, και φωτιά κατέφαγε τις βοσκές τής ερήμου. Περιγραφή τής Ημέρας τού Κυρίου