1 Κορινθίους / 1 Corinthians
1 Μιμητές μου γίνεστε, καθώς και εγώ τού Χριστού.
2 ΑΔΕΛΦΟΙ, σας επαινώ, μάλιστα, ότι πάντοτε με θυμάστε, και κρατάτε τις παραδόσεις, όπως σας τις παρέδωσα.
3 Θέλω δε να ξέρετε ότι, η κεφαλή κάθε άνδρα είναι ο Χριστός· κεφαλή δε της γυναίκας, είναι ο άνδρας· κεφαλή δε του Χριστού, είναι ο Θεός.
4 Κάθε άνδρας όταν προσεύχεται ή όταν προφητεύει, αν έχει καλυμμένο το κεφάλι του, καταντροπιάζει τη δική του κεφαλή.
5 Κάθε γυναίκα, όμως, όταν προσεύχεται ή προφητεύει με ακάλυπτο το κεφάλι, καταντροπιάζει τη δική της κεφαλή, δεδομένου ότι είναι ένα και το αυτό με την ξυρισμένη.
6 Επειδή, αν δεν σκεπάζεται η γυναίκα, ας κουρέψει και τα μαλλιά της· αλλά, αν είναι αισχρό στη γυναίκα να κουρεύει τα μαλλιά της ή να ξυρίζεται, ας σκεπάζεται.
7 Επειδή, ο άνδρας μεν δεν έχει χρέος να σκεπάζει το κεφάλι του, επειδή είναι εικόνα και δόξα τού Θεού· ενώ η γυναίκα είναι δόξα τού άνδρα.
8 Για τον λόγο ότι, ο άνδρας δεν προέρχεται από τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα από τον άνδρα·
9 επειδή, δεν κτίστηκε ο άνδρας για τη γυναίκα, αλλά η γυναίκα για τον άνδρα.
10 Γι' αυτό, η γυναίκα έχει χρέος να έχει εξουσία επάνω στο κεφάλι της, εξαιτίας των αγγέλων.
11 Όμως, ούτε ο άνδρας υπάρχει χωρίς τη γυναίκα ούτε η γυναίκα χωρίς τον άνδρα, εν Κυρίω.
12 Επειδή, όπως η γυναίκα είναι από τον άνδρα, έτσι και ο άνδρας είναι διαμέσου τής γυναίκας· τα πάντα, όμως, προέρχονται από τον Θεό.
13 Αυτό κρίνετέ το εσείς από μόνοι σας· είναι πρέπον η γυναίκα να προσεύχεται στον Θεό ακάλυπτη;
14 Ή, ούτε η φύση δεν σας διδάσκει, ότι ο άνδρας μεν αν αφήνει μακριά μαλλιά είναι γι' αυτόν ατιμία;
15 Η γυναίκα, όμως, αν αφήνει μακριά μαλλιά, είναι γι' αυτήν δόξα· επειδή, τα μακριά μαλλιά δόθηκαν σ' αυτή αντί για κάλυμμα.
16 Αν, όμως, κάποιος φαίνεται ότι είναι φιλόνικος, εμείς δεν έχουμε τέτοιου είδους συνήθεια ούτε και οι εκκλησίες τού Θεού.
17 Και ενώ το παραγγέλλω τούτο, δεν σας επαινώ, δεδομένου ότι συνέρχεστε όχι για το καλύτερο, αλλά για το χειρότερο.
18 Δεδομένου ότι, πρώτα μεν, όταν συνέρχεστε στην εκκλησία, ακούω ότι υπάρχουν ανάμεσά σας σχίσματα· και ένα μέρος το πιστεύω.
19 Επειδή, είναι ανάγκη να υπάρχουν και αιρέσεις μεταξύ σας, για να γίνουν φανεροί ανάμεσά σας οι δόκιμοι.
20 Όταν, λοιπόν, συνέρχεστε στον ίδιο χώρο, τούτο δεν είναι να φάτε Κυριακό δείπνο·
21 επειδή, κάθε ένας παίρνει πριν από τον άλλον το δικό του δείπνο την ώρα τού φαγητού, και άλλος μεν πεινάει, άλλος δε μεθάει.
22 Μήπως δεν έχετε σπίτια για να τρώτε και να πίνετε; Ή καταφρονείτε την εκκλησία τού Θεού και καταντροπιάζετε εκείνους που δεν έχουν; Τι να σας πω; Να σας επαινέσω σε τούτο; Δεν σας επαινώ.
23 Επειδή, εγώ παρέλαβα από τον Κύριο εκείνο το οποίο και παρέδωσα σε σας, ότι ο Κύριος Ιησούς κατά τη νύχτα που παραδινόταν, έλαβε άρτον,
24 και αφού ευχαρίστησε έκοψε και είπε: Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμα μου που κόβεται για χάρη σας· αυτό να κάνετε στη δική μου ανάμνηση.
25 Παρόμοια και το ποτήρι, αφού δείπνησε, λέγοντας: Τούτο το ποτήρι είναι η καινή διαθήκη, με βάση το αίμα μου· τούτο να κάνετε, όσες φορές πίνετε, στη δική μου ανάμνηση.
26 Επειδή, όσες φορές αν τρώτε το άρτον τούτον, και πίνετε το ποτήρι τούτο, τον θάνατο του Κυρίου εξαγγέλλετε, μέχρι την έλευσή του.
27 Ώστε, όποιος τρώει τούτον τον άρτο ή πίνει το ποτήρι τού Κυρίου με ανάξιο τρόπο, θα είναι ένοχος του σώματος και του αίματος του Κυρίου.
28 Ας δοκιμάζει, λοιπόν, ο άνθρωπος τον εαυτό του, και έτσι ας τρώει από τον άρτο, και ας πίνει από το ποτήρι.
29 Επειδή, αυτός που τρώει και πίνει με ανάξιο τρόπο, τρώει και πίνει κατάκριση στον εαυτό του, μη διακρίνοντας το σώμα τού Κυρίου.
30 Γι' αυτό, υπάρχουν ανάμεσά σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και πεθαίνουν αρκετοί.
31 Επειδή, αν διακρίναμε τον εαυτό μας, δεν θα κρινόμασταν.
32 Αλλά, όταν κρινόμαστε, παιδαγωγούμαστε από τον Κύριο, για να μη κατακριθούμε μαζί με τον κόσμο.
33 Ώστε, αδελφοί μου, όταν συνέρχεστε για να φάτε, περιμένετε ο ένας τον άλλον.
34 Αν όμως κάποιος πεινάει, ας τρώει στο σπίτι του, για να μη συνέρχεστε προς κατάκριση. Τα δε υπόλοιπα, θα τα διατάξω, όταν έρθω.