2 Χρονικών / 2 Chronicles
1 ΚΑΙ ύστερα απ' αυτά, ήρθαν ενάντια στον Ιωσαφάτ οι γιοι τού Μωάβ, και οι γιοι τού Αμμών, και μαζί τους και άλλοι, εκτός από τους Αμμωνίτες, για να τον πολεμήσουν.
2 Και ήρθαν και ανήγγειλαν στον Ιωσαφάτ, λέγοντας: Ένα μεγάλο πλήθος έρχεται εναντίον σου, από την πέρα περιοχή τής θάλασσας, από τη Συρία· και δες, είναι στην Ασασών-θαμάρ, που είναι η Εν-γαδδί.
3 Και ο Ιωσαφάτ φοβήθηκε, και δόθηκε στο να εκζητάει τον Κύριο, και κήρυξε νηστεία σε ολόκληρο τον Ιούδα.
4 Και οι άνδρες τού Ιούδα συγκεντρώθηκαν, για να ζητήσουν βοήθεια από τον Κύριο· από όλες, ακόμα, τις πόλεις τού Ιούδα ήρθαν να ζητήσουν τον Κύριο.
5 Και ο Ιωσαφάτ στάθηκε στη συγκέντρωση του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, και στον οίκο τού Κυρίου, προς το πρόσωπο της νέας αυλής,
6 και είπε: Κύριε, Θεέ των πατέρων μας, δεν είσαι εσύ ο Θεός που είσαι στον ουρανό; Και δεν είσαι εσύ που είσαι κυρίαρχος επάνω σε όλα τα βασίλεια των εθνών, και στο χέρι σου δεν είναι η δύναμη και η ισχύ, και κανένας δεν μπορεί να σου αντισταθεί;
7 Δεν είσαι εσύ ο Θεός μας, αυτός που εκδίωξες τους κατοίκους αυτής τής γης μπροστά από τον λαό σου τον Ισραήλ, και την έδωσες στο σπέρμα τού Αβραάμ τού αγαπητού σου στον αιώνα;
8 Και σ' αυτή κατοίκησαν, και οικοδόμησαν σε σένα αγιαστήριο για το όνομά σου, λέγοντας:
9 Αν -όταν έρθει επάνω μας κακό, ρομφαία, κρίση ή θανατικό ή πείνα- σταθούμε μπροστά απ' αυτό τον οίκο, και μπροστά σου (επειδή, το όνομά σου βρίσκεται σ' αυτόν τον οίκο), και βοήσουμε σε σένα στη θλίψη μας, τότε θα ακούσεις, και θα σώσεις.
10 Και τώρα, δες, οι γιοι τού Αμμών, και του Μωάβ, και εκείνοι από το βουνό τού Σηείρ, στους οποίους δεν άφησες τον Ισραήλ να πάει, όταν έρχονταν από την Αίγυπτο, αλλά ξέκλιναν απ' αυτούς, και δεν τους εξολόθρευσαν,
11 και δες, πώς μας ανταμείβουν, ερχόμενοι να μας βγάλουν από την κληρονομιά σου, που μας έδωσες να κληρονομήσουμε.
12 Θεέ μας, δεν θα τους κρίνεις; Επειδή, δεν υπάρχει σ' εμάς δύναμη για να αντισταθούμε σ' αυτό το μεγάλο πλήθος που έρχεται εναντίον μας, και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε· αλλ' επάνω σε σένα είναι τα μάτια μας.
13 Και ολόκληρος ο Ιούδας στεκόταν μπροστά στον Κύριο, με τα βρέφη τους, τις γυναίκες τους, και τους γιους τους.
14 Τότε, ήρθε το Πνεύμα τού Κυρίου επάνω στον Ιααζιήλ, τον γιο τού Ζαχαρία, γιου τού Βεναϊα, γιου τού Ιεϊήλ, γιου τού Ματθανία τού Λευίτη, από τους γιους τού Ασάφ, στο μέσον τής συγκέντρωσης·
15 και είπε: Ακούστε, ολόκληρος ο Ιούδας, και εκείνοι που κατοικείτε στην Ιερουσαλήμ, και εσύ, βασιλιά Ιωσαφάτ: Έτσι λέει σε σας ο Κύριος: Μη φοβάστε ούτε να τρομάζετε από το πρόσωπο αυτού τού μεγάλου πλήθους· επειδή, η μάχη δεν είναι δική σας, αλλά του Θεού·
16 κατεβείτε αύριο εναντίον τους· δέστε, ανεβαίνουν από την ανάβαση Σις· και θα τους βρείτε στην άκρη τού χειμάρρου, μπροστά στην έρημο Ιερουήλ·
17 σ' αυτή τη μάχη δεν θα πολεμήσετε εσείς· παρουσιαστείτε, σταθείτε, και δείτε τη σωτηρία τού Κυρίου μαζί σας, ω, Ιούδα και Ιερουσαλήμ· μη φοβάστε ούτε να τρομάξετε· αύριο να βγείτε εναντίον τους· και μαζί σας ο Κύριος.
18 Και ο Ιωσαφάτ έσκυψε με το πρόσωπό του στη γη· και ολόκληρος ο Ιούδας και όσοι κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ, έπεσαν μπροστά στον Κύριο, προσκυνώντας τον Κύριο.
19 Και σηκώθηκαν οι Λευίτες, από τους γιους των Κααθιτών, και από τους γιους των Κοριτών, για να υμνήσουν τον Κύριο τον Θεό του Ισραήλ, με υψωμένη φωνή, σε υπερβολικά βαθμό.
20 Και αφού σηκώθηκαν το πρωί, βγήκαν προς την έρημο Θεκουέ· και όταν βγήκαν, ο Ιωσαφάτ στάθηκε, και είπε: Ακούστε με, Ιούδα, και όσοι κατοικείτε στην Ιερουσαλήμ: Πιστέψτε στον Κύριο τον Θεό μας, και θα στερεωθείτε· πιστέψτε στους προφήτες του, και θα ευοδωθείτε.
21 Και αφού συμβουλεύθηκε μαζί με τον λαό, διέταξε τους ψαλτωδούς να ψάλλουν στον Κύριο, και να υμνούν τη μεγαλοπρέπεια της αγιότητάς του, βγαίνοντας μπροστά από τον στρατό, και να λένε: Δοξολογείτε τον Κύριο, επειδή το έλεός του μένει στον αιώνα.
22 Και όταν άρχισαν να ψάλλουν και να υμνούν, ο Κύριος έστησε ενέδρες εναντίον των γιων τού Αμμών, του Μωάβ, και εκείνων από το βουνό τού Σηείρ, που ήρθαν εναντίον τού Ιούδα· και χτυπήθηκαν.
23 Επειδή, σηκώθηκαν οι γιοι τού Αμμών και του Μωάβ εναντίον των κατοίκων τού βουνού τού Σηείρ, για να τους εξολοθρεύσουν και να τους εξαλείψουν· και αφού συντέλεσαν τους κατοίκους τού Σηείρ, βοήθησαν ο ένας τον άλλον για να εξολοθρευτούν.
24 Και καθώς ο Ιούδας ήρθε στη σκοπιά τής ερήμου, σήκωσε τα μάτια του προς το πλήθος, και να, ήσαν νεκρά σώματα πεσμένα καταγής, και δεν διασώθηκε κανένας.
25 Και όταν ο Ιωσαφάτ και ο λαός του ήρθαν για να τους λαφυραγωγήσουν, ανάμεσα στα νεκρά σώματά τους βρήκαν και πλούτη σε αφθονία, και πολύτιμη αποσκευή, και πήραν για τον εαυτό τους τόσα πολλά, ώστε δεν μπορούσαν να τα μεταφέρουν· και στάθηκαν τρεις ημέρες λαφυραγωγώντας, επειδή τα λάφυρα ήσαν πολλά.
26 Και την τέταρτη ημέρα συγκεντρώθηκαν στην κοιλάδα της Ευλογίας· επειδή, εκεί ευλόγησαν τον Κύριο· γι' αυτό, το όνομα εκείνου του τόπου ονομάστηκε Κοιλάδα Ευλογίας, μέχρι τη σημερινή ημέρα.
27 Τότε, όλοι οι άνδρες τού Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, και επικεφαλής τους ο Ιωσαφάτ, κίνησαν για να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ με ευφροσύνη· επειδή, ο Κύριος τους εύφρανε από τους εχθρούς τους.
28 Και ήρθαν στην Ιερουσαλήμ με ψαλτήρια και κιθάρες και σάλπιγγες, στον οίκο τού Κυρίου.
29 Και φόβος Θεού έπεσε επάνω σε όλα τα βασίλεια εκείνων των τόπων, όταν άκουσαν ότι ο Κύριος πολέμησε εναντίον των εχθρών τού Ισραήλ.
30 Και η βασιλεία τού Ιωσαφάτ ησύχασε· επειδή, ο Θεός του έδωσε σ' αυτόν ανάπαυση, ολόγυρα.
31 ΚΑΙ ο Ιωσαφάτ βασίλευσε επάνω στον Ιούδα· ήταν ηλικίας 35 χρόνων όταν βασίλευσε, και βασίλευσε 25 χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Και το όνομα της μητέρας του ήταν Αζουβά, θυγατέρα τού Σιλεϊ.
32 Και περπάτησε στον δρόμο τού Ασά, του πατέρα του, και δεν ξέκλινε απ' αυτόν, πράττοντας το ευθύ μπροστά στον Κύριο.
33 Όμως, οι ψηλοί τόποι δεν αφαιρέθηκαν· επειδή, ο λαός δεν είχαν ακόμα κατευθύνει την καρδιά τους προς τον Θεό των πατέρων τους.
34 Και οι υπόλοιπες πράξεις τού Ιωσαφάτ, οι πρώτες και οι τελευταίες, δέστε, είναι γραμμένες στα λόγια τού Ιηού, του γιου τού Ανανί, που καταγράφτηκαν στο βιβλίο των βασιλιάδων τού Ισραήλ.
35 Και ύστερα απ' αυτά, ο Ιωσαφάτ, ο βασιλιάς τού Ιούδα, ενώθηκε με τον Οχοζία, τον βασιλιά τού Ισραήλ, που είχε πράξει με πολύ ασεβή τρόπο.
36 Και ενώθηκε μαζί του, για να κάνουν πλοία, τα οποία να πλεύσουν στη Θαρσείς· και έκαναν πλοία στην Εσιών-γάβερ.
37 Τότε, ο Ελιέζερ, ο γιος τού Δωδαυά, από τη Μαρησά, προφήτευσε ενάντια στον Ιωσαφάτ, λέγοντας: Επειδή ενώθηκες με τον Οχοζία, ο Κύριος έσπασε τα έργα σου. Και τα πλοία συντρίφτηκαν, και δεν μπόρεσαν να πάνε στη Θαρσείς.