Εκκλησιαστής / Ecclesiastes
1 υπάρχει για κάθε τι, και καιρός για κάθε πράγμα κάτω από τον ουρανό.
2 Καιρός να γεννιέται κανείς, και καιρός να πεθαίνει· καιρός να φυτεύει, και καιρός να ξεριζώνει το φυτεμένο·
3 καιρός να φονεύει, και καιρός να γιατρεύει· καιρός να καταστρέφει, και καιρός να οικοδομεί·
4 καιρός να κλαίει, και καιρός να γελάει· καιρός να πενθεί, και καιρός να χορεύει·
5 καιρός να διασκορπίζει πέτρες, και καιρός να μαζεύει πέτρες· καιρός να εναγκαλίζεται, και καιρός να απομακρύνεται από τον εναγκαλισμό·
6 καιρός να αποκτήσει, και καιρός να απολέσει· καιρός να φυλάττει, και καιρός να απορρίπτει·
7 καιρός να σχίζει, και καιρός να ράβει· καιρός να τηρεί σιγή, και καιρός να μιλάει·
8 καιρός να αγαπήσει, και καιρός να μισήσει· καιρός πολέμου, και καιρός ειρήνης.
9 Ποια είναι η ωφέλεια στον εργαζόμενο από όσα αυτός μοχθεί;
10 Είδα τον περισπασμό, που ο Θεός έδωσε στους γιους των ανθρώπων για να μοχθούν μέσα σ' αυτόν.
11 Όλα τα έκανε καλά, το καθένα στον καιρό του· και έβαλε τον κόσμο κάτω από τη διάνοιά τους, χωρίς ο άνθρωπος να μπορεί να εξιχνιάσει από την αρχή μέχρι το τέλος το έργο που ο Θεός έκανε.
12 Γνώρισα ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο καλό γι' αυτούς, παρά να ευφραίνεται κανείς, και να κάνει καλό, στη ζωή του.
13 Κι ακόμα, το να τρώει κάθε άνθρωπος, και να πίνει, και να απολαμβάνει καλό από ολόκληρο τον μόχθο του, είναι χάρισμα του Θεού.
14 Γνώρισα ότι, όλα όσα έκανε ο Θεός, τα ίδια θα είναι για πάντα· δεν είναι δυνατόν να προσθέσει κανείς σ' αυτά ούτε να αφαιρέσει απ' αυτά· και ο Θεός το έκανε αυτό για να έχουν φόβο μπροστά του.
15 Ό,τι έγινε, ήδη υπάρχει· και ό,τι θα γίνει, ήδη έγινε· και ο Θεός ανακαλεί τα περασμένα.
16 Και είδα, ακόμα, κάτω από τον ήλιο τον τόπο τής κρίσης, και εκεί υπάρχει η ανομία· και τον τόπο τής δικαιοσύνης και εκεί η ανομία.
17 Είπα εγώ στην καρδιά μου: Ο Θεός θα κρίνει τον δίκαιο και τον ασεβή· επειδή, για κάθε πράγμα, και για κάθε έργο υπάρχει καιρός εκεί.
18 Εγώ είπα στην καρδιά μου για την κατάσταση των γιων των ανθρώπων, ότι ο Θεός θα τους δοκιμάσει, και θα δουν ότι αυτοί οι ίδιοι είναι κτήνη.
19 Επειδή, το συνάντημα των γιων των ανθρώπων είναι και το συνάντημα του κτήνους· και ένα συνάντημα είναι γι' αυτούς· όπως πεθαίνει αυτό, έτσι πεθαίνει κι εκείνος· και η ίδια πνοή είναι σε όλους· και ο άνθρωπος δεν υπερτερεί σε τίποτε από το κτήνος· επειδή, τα πάντα είναι ματαιότητα.
20 Τα πάντα καταντούν στον ίδιο τόπο· τα πάντα έγιναν από το χώμα, και τα πάντα επιστρέφουν στο χώμα.
21 Ποιος γνωρίζει το πνεύμα των γιων των ανθρώπων, αν αυτό ανεβαίνει προς τα επάνω, και το πνεύμα τού κτήνους, αν αυτό κατεβαίνει κάτω στη γη;
22 Είδα, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει καλύτερο, παρά το να ευφραίνεται ο άνθρωπος στα έργα του· δεδομένου ότι, αυτή είναι η μερίδα του· επειδή, ποιος θα τον φέρει για να δει εκείνο που θα γίνει ύστερα απ' αυτόν;