Γένεση / Genesis
1 ΚΑΙ όταν ο Ιωσήφ ήρθε, ανήγγειλε στον Φαραώ, λέγοντας: Ο πατέρας μου και οι αδελφοί μου, και τα ποίμνιά τους, και οι αγέλες τους, και όλα όσα έχουν, ήρθαν από τη γη Χαναάν· και δες, είναι στη γη Γεσέν.
2 Και παίρνοντας από τους αδελφούς του πέντε άνδρες, τους παρέστησε μπροστά στον Φαραώ.
3 Και ο Φαραώ είπε στους αδελφούς του: Ποιο είναι το επιτήδευμά σας; Κι εκείνοι είπαν στον Φαραώ: Οι δούλοι σου είναι ποιμένες προβάτων, κι εμείς και οι πατέρες μας.
4 Είπαν ακόμα στον Φαραώ: Ήρθαμε για να παροικήσουμε στη γη· για τον λόγο ότι, δεν υπάρχει βοσκή για τα ποίμνια των δούλων σου, επειδή βάρυνε η πείνα στη γη Χαναάν· τώρα, λοιπόν, ας κατοικήσουν, παρακαλούμε, οι δούλοι σου στη γη Γεσέν.
5 Και ο Φαραώ είπε στον Ιωσήφ, λέγοντας: Ο πατέρας σου και οι αδελφοί σου ήρθαν σε σένα·
6 η γη τής Αιγύπτου είναι μπροστά σου· στο καλύτερο μέρος τής γης να κατοικίσεις τον πατέρα σου και τους αδελφούς σου· ας κατοικήσουν στη γη Γεσέν· και αν γνωρίζεις ότι βρίσκονται μεταξύ τους άνδρες άξιοι, να τους καταστήσεις επιστάτες στα κοπάδια μου.
7 Και ο Ιωσήφ έφερε μέσα τον Ιακώβ, τον πατέρα του, και τον παρέστησε μπροστά στον Φαραώ· και ο Ιακώβ ευλόγησε τον Φαραώ.
8 Και ο Φαραώ είπε στον Ιακώβ: Μέχρι πόσες είναι οι ημέρες των χρόνων τής ζωής σου;
9 Και ο Ιακώβ είπε στον Φαραώ: Οι ημέρες των χρόνων τής παροικίας μου είναι 130 χρόνια· λίγες και κακές υπήρξαν οι ημέρες των χρόνων τής ζωής μου, και δεν έφτασαν στις ημέρες των χρόνων της ζωής των πατέρων μου, στις ημέρες τής παροικίας τους.
10 Και ο Ιακώβ ευλόγησε τον Φαραώ, και βγήκε μπροστά από τον Φαραώ.
11 ΚΑΙ ο Ιωσήφ κατοίκισε τον πατέρα του και τους αδελφούς του, και τους έδωσε ιδιοκτησία στη γη τής Αιγύπτου, στο καλύτερο μέρος τής γης, στη γη Ραμεσσή, καθώς ο Φαραώ είχε προστάξει.
12 Και ο Ιωσήφ έτρεφε τον πατέρα του, και τους αδελφούς του, και ολόκληρη την οικογένεια του πατέρα του, με ψωμί,σύμφωνα με τις οικογένειές τους.
13 ΚΑΙ δεν υπήρχε ψωμί σε ολόκληρη τη γη· επειδή, η πείνα ήταν βαριά σε υπερβολικό βαθμό, ώστε η γη τής Αιγύπτου και η γη τής Χαναάν απέκαναν από την πείνα.
14 Και ο Ιωσήφ συγκέντρωσε όλο το ασήμι, που βρισκόταν στη γη τής Αιγύπτου, και στη γη Χαναάν, για το σιτάρι που αγόραζαν· και ο Ιωσήφ έφερε το ασήμι στο παλάτι τού Φαραώ.
15 Και αφού τέλειωσε το ασήμι από τη γη τής Αιγύπτου, και από τη γη Χαναάν, ήρθαν όλοι οι Αιγύπτιοι στον Ιωσήφ, λέγοντας: Δώσε μας ψωμί· και γιατί να πεθάνουμε μπροστά σου; Επειδή, τέλειωσε το ασήμι.
16 Και ο Ιωσήφ είπε: Φέρτε τα κτήνη σας, και θα σας δώσω ψωμί αντί για τα κτήνη σας, αν το ασήμι τέλειωσε.
17 Και έφεραν τα κτήνη τους στον Ιωσήφ, και ο Ιωσήφ τούς έδωσε ψωμί αντί για τα άλογα, κι αντί για τα πρόβατα, κι αντί για τα βόδια, κι αντί για τα γαϊδούρια· και τους έθρεψε με ψωμί κατά τη χρονιά εκείνη, αντί για όλα τα κτήνη τους.
18 Και αφού τέλειωσε η χρονιά εκείνη, ήρθαν σ' αυτόν τον δεύτερο χρόνο, και του είπαν: Δεν θα κρύψουμε από τον κύριό μας ότι τέλειωσε το ασήμι· και τα κτήνη έγιναν του κυρίου μας· δεν έμεινε άλλο μπροστά στον κύριό μας, παρά τα σώματά μας και η γη μας·
19 γιατί να χαθούμε μπροστά σου, κι εμείς και η γη μας; Αγόρασε εμάς και τη γη μας για ψωμί· και θα είμαστε, εμείς και η γη μας, δούλοι στον Φαραώ· και δώσε μας σπόρο, για να ζήσουμε, και να μη πεθάνουμε, και ερημωθεί η γη.
20 Και ο Ιωσήφ αγόρασε ολόκληρη τη γη τής Αιγύπτου για τον Φαραώ· επειδή, οι Αιγύπτιοι πούλησαν ο καθένας το χωράφι του, για τον λόγο ότι η πείνα βάρυνε επάνω τους· έτσι, η γη έγινε του Φαραώ·
21 και τον λαό, τον μετατόπισε σε πόλεις, από το ένα άκρο των ορίων τής Αιγύπτου μέχρι το άλλο άκρο της·
22 μόνον τη γη των ιερέων δεν αγόρασε· επειδή, οι ιερείς είχαν μερίδα προσδιορισμένη από τον Φαραώ· και έτρωγαν τη μερίδα τους, που ο Φαραώ έδωσε σ' αυτούς· γι' αυτό, δεν πούλησαν τη γη τους.
23 Τότε, ο Ιωσήφ είπε στον λαό: Δέστε, αγόρασα εσάς και τη γη σας σήμερα στον Φαραώ· να, πάρτε σπόρο, και σπείρετε τη γη·
24 και στον καιρό των καρπών, θα δώσετε το ένα πέμπτο στον Φαραώ· και τα τέσσερα μέρη θα είναι για σας, για σπόρο των χωραφιών, και για τροφή δική σας, και για όλους όσους βρίσκονται στα σπίτια σας, και για τροφή των παιδιών σας.
25 Κι εκείνοι είπαν: Εσύ έσωσες τη ζωή μας· ας βρούμε χάρη μπροστά στον κύριό μας, και θα είμαστε δούλοι τού Φαραώ.
26 Κι αυτό το έθεσε ο Ιωσήφ ως νόμο στη γη τής Αιγύπτου, μέχρι σήμερα, να δίνεται το ένα πέμπτο στον Φαραώ· εκτός της γης των ιερέων μόνον, που δεν έγινε του Φαραώ.
27 Και ο Ισραήλ κατοίκησε στη γη της Αιγύπτου, στη γη Γεσέν· και απέκτησαν σ' αυτή κτήματα, και αυξήθηκαν, και πληθύνθηκαν υπερβολικά.
28 ΚΑΙ ο Ιακώβ έζησε στη γη τής Αιγύπτου 17 χρόνια· και οι ημέρες των χρόνων τής ζωής τού Ιακώβ έγιναν 147 χρόνια.
29 Και οι ημέρες τού Ισραήλ για να πεθάνει πλησίασαν· και αφού κάλεσε τον γιο του τον Ιωσήφ, του είπε: Αν, τώρα, βρήκα χάρη μπροστά σου, βάλε, παρακαλώ, το χέρι σου κάτω από τον μηρό μου, και κάνε σε μένα έλεος και αλήθεια· παρακαλώ, μη με θάψεις στην Αίγυπτο.
30 Αλλά, θα κοιμηθώ μαζί με τους πατέρες μου, και θα με μετακομίσεις από την Αίγυπτο, και θα με θάψεις στον τάφο τους. Κι εκείνος είπε: Εγώ θα κάνω σύμφωνα με τον λόγο σου.
31 Κι εκείνος είπε: Ορκίσου σε μένα· και του ορκίστηκε. Και ο Ισραήλ προσκύνησε επάνω στην άκρη τής ράβδου του.