Ιερεμίας / Jeremiah
1 ΚΑΙ έγινε λόγος τού Κυρίου στον Ιερεμία για δεύτερη φορά, ενώ αυτός ήταν ακόμα κλεισμένος στην αυλή τής φυλακής, λέγοντας:
2 Έτσι λέει ο Κύριος, που έκτισε τη γη, ο Κύριος που την έπλασε για να την στερεώσει· το όνομά του είναι Κύριος·
3 Κράξε σε μένα, και θα σου απαντήσω, και θα σου δείξω μεγάλα και απόκρυφα πράγματα, που δεν γνωρίζεις.
4 Επειδή, έτσι λέει ο Κύριος ο Θεός τού Ισραήλ, για τα σπίτια αυτής τής πόλης, και για τα παλάτια των βασιλιάδων τού Ιούδα, που θα καταστραφούν από χαρακώματα και από μάχαιρα,
5 αυτών που έρχονται για να πολεμήσουν ενάντια στους Χαλδαίους, και για να τα γεμίσουν με τα πτώματα των ανθρώπων, που εγώ θα πατάξω, στην οργή μου και στον θυμό μου, και για όλες τις κακίες για τις οποίες έκρυψα το πρόσωπό μου απ' αυτή την πόλη·
6 δες, εγώ θα φέρω σ' αυτή υγεία και γιατρειά, και θα τους γιατρέψω, και θα τους κάνω να δουν αφθονία ειρήνης και αλήθειας.
7 Και θα επιστρέψω την αιχμαλωσία τού Ιούδα και την αιχμαλωσία τού Ισραήλ, και θα τους οικοδομήσω όπως προηγούμενα·
8 και θα τους καθαρίσω από ολόκληρη την ανομία τους, με την οποία αμάρτησαν σε μένα· και θα συγχωρήσω όλες τις ανομίες τους, με τις οποίες αμάρτησαν σε μένα, και με τις οποίες αποστάτησαν από μένα.
9 Και η πόλη αυτή θα είναι σε μένα όνομα ευφροσύνης, αίνεση και δόξα, μπροστά σε όλα τα έθνη τής γης, που θα ακούσουν όλα αυτά τα αγαθά, που εγώ κάνω σ' αυτούς· και θα εκπλαγούν και θα τρομάξουν για όλα τα αγαθά, και για όλη την ειρήνη, που θα κάνω σ' αυτή.
10 Έτσι λέει ο Κύριος: Σ' αυτό τον τόπο, για τον οποίο εσείς λέτε: Είναι έρημος, χωρίς άνθρωπο και χωρίς κτήνος, στις πόλεις τού Ιούδα και στις πλατείες τής Ιερουσαλήμ, που είναι έρημοι, χωρίς άνθρωπο και χωρίς κάτοικο, και χωρίς κτήνος,
11 θα ακουστεί ξανά η φωνή τής χαράς, και η φωνή τής ευφροσύνης, η φωνή τού νυμφίου, και η φωνή τής νύφης, η φωνή αυτών που λένε: «Αινείτε τον Κύριο των δυνάμεων, επειδή ο Κύριος είναι αγαθός, επειδή το έλεός του παραμένει στον αιώνα»· και εκείνων που προσφέρουν ευχαριστήριες προσφορές στον οίκο τού Κυρίου· επειδή, θα επιστρέψω την αιχμαλωσία τής γης, όπως προηγούμενα, λέει ο Κύριος.
12 Έτσι λέει ο Κύριος των δυνάμεων: Πάλι σ' αυτό τον τόπο, που είναι έρημος, χωρίς άνθρωπο και χωρίς κτήνος, και σε όλες τις πόλεις του, θα υπάρχουν μάντρες ποιμένων για να αναπαύουν τα ποίμνια.
13 Στις πόλεις τής ορεινής περιοχής, στις πόλεις της πεδινής περιοχής, και στις πόλεις τού νότου, και στη γη τού Βενιαμίν, και στους τόπους γύρω από την Ιερουσαλήμ, και στις πόλεις τού Ιούδα, θα περάσουν ξανά τα κοπάδια κάτω από το χέρι εκείνου που τα μετράει, λέει ο Κύριος.
14 Δέστε, έρχονται ημέρες, λέει ο Κύριος, και θα εκτελέσω τον αγαθό εκείνον λόγο, που είχα μιλήσει για τον οίκο Ισραήλ, και για τον οίκο Ιούδα.
15 Κατά τις ημέρες εκείνες, και κατά τον καιρό εκείνο, θα κάνω να αναβλαστήσει στον Δαβίδ βλαστός δικαιοσύνης· και θα εκτελέσει κρίση και δικαιοσύνη στη γη.
16 Κατά τις ημέρες εκείνες ο Ιούδας θα σωθεί, και η Ιερουσαλήμ θα κατοικήσει με ασφάλεια· κι αυτό είναι το όνομα με το οποίο θα ονομαστεί: Ο ΚΥΡΙΟΣ, Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΜΑΣ.
17 Επειδή, έτσι λέει ο Κύριος: Δεν θα λείψει άνθρωπος από τον Δαβίδ, που να κάθεται επάνω στον θρόνο τού οίκου Ισραήλ·
18 ούτε από τους ιερείς των Λευιτών θα λείψει άνθρωπος μπροστά μου για να προσφέρει ολοκαυτώματα, και να καίει προσφορές από άλφιτα, και να κάνει θυσίες όλες τις ημέρες.
19 Και έγινε λόγος τού Κυρίου στον Ιερεμία, λέγοντας:
20 Έτσι λέει ο Κύριος: Αν είναι δυνατόν να διαλύσετε τη διαθήκη μου της ημέρας και τη διαθήκη μου της νύχτας, ώστε να μη υπάρχει πλέον ημέρα και νύχτα στον καιρό τους,
21 τότε θα μπορέσει να διαλυθεί και η διαθήκη μου, που έγινε προς τον Δαβίδ τον δούλο μου, ώστε να μη έχει γιο για να βασιλεύει επάνω στον θρόνο του, κι εκείνη που έγινε στους Λευίτες τους ιερείς, τους λειτουργούς μου.
22 Όπως η στρατιά τού ουρανού δεν μπορεί να απαριθμηθεί ούτε η άμμος τής θάλασσας να μετρηθεί, έτσι θα πληθύνω το σπέρμα τού Δαβίδ τού δούλου μου, και τους Λευίτες που υπηρετούν σε μένα.
23 Και έγινε λόγος τού Κυρίου στον Ιερεμία, λέγοντας:
24 Δεν είδες τι μίλησε αυτός ο λαός, λέγοντας: Τις δύο οικογένειες, που ο Κύριος διάλεξε, τις απέρριψε; Έτσι καταφρόνησαν αυτοί τον λαό μου, ώστε δεν λογαριάζεται πλέον σ' αυτούς ως έθνος.
25 Έτσι λέει ο Κύριος: Αν δεν είχα κάνει τη διαθήκη μου της ημέρας και της νύχτας, και αν δεν είχα διατάξει τούς νόμους τού ουρανού και της γης,
26 τότε, θα απορρίψω το σπέρμα τού Ιακώβ, και του Δαβίδ τού δούλου μου, ώστε να μη λάβω από το σπέρμα του κυβερνήτες επάνω στο σπέρμα τού Αβραάμ, του Ισαάκ, και του Ιακώβ· επειδή, θα επιστρέψω την αιχμαλωσία τους, και θα τους λυπηθώ.