1 Σαμουήλ / 1 Samuel
1 Ο ΣΑΟΥΛ ήταν έναν χρόνο βασιλιάς· και αφού βασίλευσε δύο χρόνια στον Ισραήλ,
2 ο Σαούλ διάλεξε για τον εαυτό του 3.000 άνδρες από τον Ισραήλ· και ήσαν μαζί με τον Σαούλ 2.000 στη Μιχμάς και στο βουνό τής Βαιθήλ, και 1.000 ήσαν μαζί με τον Ιωνάθαν στη Γαβαά τού Βενιαμίν· και το υπόλοιπο του λαού, έστειλε κάθε έναν στη σκηνή του.
3 Και ο Ιωνάθαν χτύπησε τη φρουρά των Φιλισταίων, που ήταν στο βουνό· και οι Φιλισταίοι το άκουσαν. Και ο Σαούλ σάλπισε με τη σάλπιγγα σε ολόκληρη τη γη, λέγοντας: Ας ακούσουν οι Εβραίοι.
4 Και ολόκληρος ο Ισραήλ άκουσε να λένε: Ο Σαούλ χτύπησε τη φρουρά των Φιλισταίων, και μάλιστα ο Ισραήλ μισείται από τους Φιλισταίους. Και ο λαός συγκεντρώθηκε πίσω από τον Σαούλ στα Γάλγαλα.
5 Και οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν για να πολεμήσουν με τον Ισραήλ, 30.000 άμαξες, και 6.000 καβαλάρηδες, και λαός σαν την άμμο, που είναι στην άκρη τής θάλασσας, σε πλήθος· και ανέβηκαν και στρατοπέδευσαν στη Μιχμάς, ανατολικά τής Βαιθ-αυέν.
6 Όταν οι άνδρες τού Ισραήλ είδαν ότι ήσαν σε αμηχανία, επειδή ο λαός μικροψυχούσε, τότε ο λαός κρυβόταν σε σπήλαια, και σε πυκνόφυτα, και σε βράχους, και σε οχυρά μέρη, και στους λάκκους.
7 Και μερικοί από τους Εβραίους διάβηκαν τον Ιορδάνη, προς τη γη Γαδ και Γαλαάδ. Και ο ίδιος ο Σαούλ ήταν ακόμα στα Γάλγαλα· και ολόκληρος ο λαός ήταν έντρομος πίσω απ' αυτόν.
8 Και περίμενε επτά ημέρες, σύμφωνα με τον διορισμένο καιρό από τον Σαμουήλ· αλλά, ο Σαμουήλ δεν ερχόταν στα Γάλγαλα· και ο λαός διασκορπιζόταν από κοντά του.
9 Και ο Σαούλ είπε: Φέρτε εδώ σε μένα το ολοκαύτωμα, και τις ειρηνικές προσφορές. Και πρόσφερε το ολοκαύτωμα.
10 Και καθώς τελείωσε να προσφέρει το ολοκαύτωμα, να, ήρθε ο Σαμουήλ· και ο Σαούλ βγήκε σε συνάντησή του, για να τον χαιρετήσει.
11 Και ο Σαμουήλ είπε: Τι έκανες; Και ο Σαούλ αποκρίθηκε: Επειδή, είδα ότι διασκορπιζόταν από μένα ο λαός, κι εσύ δεν είχες έρθει την καθορισμένη ημέρα, και οι Φιλισταίοι συγκεντρώνονταν στη Μιχμάς,
12 γι' αυτό, είπα: Τώρα οι Φιλισταίοι θα κατέβουν εναντίον μου στα Γάλγαλα, κι εγώ δεν έκανα δέηση στον Κύριο· τόλμησα, λοιπόν, και πρόσφερα το ολοκαύτωμα.
13 Και ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: Εσύ έπραξες με αφροσύνη· δεν φύλαξες το πρόσταγμα του Κυρίου τού Θεού σου, που σε πρόσταξε· επειδή, τώρα, ο Κύριος θα στερέωνε τη βασιλεία σου επάνω στον Ισραήλ για πάντα·
14 αλλά, τώρα, η βασιλεία σου δεν θα στηριχθεί· ο Κύριος ζήτησε για τον εαυτό του έναν άνθρωπο σύμφωνα με την καρδιά του, και ο Κύριος τον διόρισε να είναι άρχοντας επάνω στον λαό του, επειδή δεν φύλαξες εκείνο που σε πρόσταξε ο Κύριος.
15 Και ο Σαμουήλ σηκώθηκε, και ανέβηκε από τα Γάλγαλα στη Γαβαά τού Βενιαμίν. Και ο Σαούλ αρίθμησε τον λαό, που βρέθηκε μαζί του, ήσαν περίπου 600 άνδρες.
16 Και ο Σαούλ, και ο Ιωνάθαν ο γιος του, και ο λαός που βρέθηκε μαζί τους, κάθονταν στη Γαβαά τού Βενιαμίν· και οι Φιλισταίοι ήσαν στρατοπεδευμένοι στη Μιχμάς.
17 Και βγήκαν από το στρατόπεδο των Φιλισταίων λεηλάτες, σε τρία σώματα· το ένα σώμα στράφηκε στον δρόμο Οφρά, προς τη γη Σωγάλ·
18 και το άλλο σώμα στράφηκε στον δρόμο Βαιθ-ωρών· και το άλλο σώμα στράφηκε στον δρόμο τού συνόρου, που βλέπει προς την κοιλάδα Σεβωείμ, προς την έρημο.
19 Και σε ολόκληρη τη γη Ισραήλ δεν βρισκόταν σιδηρουργός· επειδή, οι Φιλισταίοι είπαν: Μήπως και κατασκευάσουν οι Εβραίοι ρομφαίες και λόγχες·
20 και όλοι οι Ισραηλίτες κατέβαιναν στους Φιλισταίους, για να ακονίζει κάθε ένας το υνί του και το δικέλλι του, την αξίνα του, και τη σκαπάνη του,
21 κάθε φορά που θα χαλούσε η κόψη στις σκαπάνες, και στα δικέλλια τους, και στα τρίκρανα, και στις αξίνες τους· και για να κάνουν κοφτερά τα βούκεντρά τους.
22 Γι' αυτό, στην ημέρα τής μάχης, δεν βρισκόταν ούτε μάχαιρα ούτε λόγχη, στο χέρι κάποιου από τον λαό, που ήταν κοντά στον Σαούλ και στον Ιωνάθαν· στον Σαούλ, όμως, και στον γιο του, τον Ιωνάθαν, βρέθηκαν.
23 Και η φρουρά των Φιλισταίων βγήκε προς το πέρασμα Μιχμάς.