1 Σαμουήλ / 1 Samuel
1 ΚΑΙ ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: Εμένα έστειλε ο Κύριος να σε χρίσω βασιλιά επάνω στον λαό του, στον Ισραήλ· τώρα, λοιπόν, άκουσε τη φωνή των λόγων τού Κυρίου.
2 Έτσι λέει ο Κύριος των δυνάμεων: Θα εκδικήσω όσα έκανε ο Αμαλήκ στον Ισραήλ, ότι του αντιστάθηκε στον δρόμο όταν ανέβαιναν από την Αίγυπτο·
3 πήγαινε τώρα και πάταξε τον Αμαλήκ, και εξολόθρευσε κάθε τι που έχει, και μη τους λυπηθείς· αλλά, θανάτωσε και άνδρα και γυναίκα, και παιδί και βρέφος που θηλάζει, και βόδι και πρόβατο, και καμήλα και γαϊδούρι.
4 Και ο Σαούλ κάλεσε τον λαό, και τους απαρίθμησε στην Τελαϊμ, 200.000 πεζοί, και 10.000 άνδρες του Ιούδα.
5 Και ο Σαούλ ήρθε μέχρι την πόλη τού Αμαλήκ, και έστησε ενέδρα στη φάραγγα.
6 Και ο Σαούλ είπε στους Κεναίους: Πηγαίνετε, αναχωρήστε, κατεβείτε από μέσα από τους Αμαληκίτες, για να μη σας συμπεριλάβω μαζί τους· επειδή, εσείς δείξατε έλεος σε όλους τούς γιους Ισραήλ, όταν ανέβαιναν από την Αίγυπτο. Και αναχώρησαν οι Κεναίοι μέσα από τους Αμαληκίτες.
7 Και ο Σαούλ πάταξε τους Αμαληκίτες από την Αβιλά μέχρι την είσοδο της Σουρ, που είναι απέναντι από την Αίγυπτο.
8 Και συνέλαβε ζωντανό τον Αγάγ, τον βασιλιά των Αμαληκιτών, και ολόκληρο τον λαό τον εξολόθρευσε με μάχαιρα.
9 Όμως, ο Σαούλ, και ο λαός, λυπήθηκε τον Αγάγ, και τα καλύτερα από τα πρόβατα, και τα βόδια, και τα δευτερεύοντα, και τα αρνιά, και κάθε αγαθό, και δεν ήθελαν να τα εξολοθρεύσουν· αλλά, κάθε τι το ευτελές και εξουθενωμένο, εκείνο εξολόθρευσαν.
10 Τότε, έγινε λόγος τού Κυρίου στον Σαμουήλ, λέγοντας:
11 Μεταμελήθηκα που έκανα τον Σαούλ βασιλιά· επειδή, στράφηκε από πίσω μου, και δεν εκτέλεσε τα λόγια μου. Κι αυτό λύπησε τον Σαμουήλ, και βόησε στον Κύριο ολόκληρη τη νύχτα.
12 Και όταν ο Σαμουήλ σηκώθηκε ενωρίς για να πάει σε συνάντηση του Σαούλ το πρωί, ανήγγειλαν στον Σαμουήλ, λέγοντας: Ο Σαούλ ήρθε στον Κάρμηλο, και να, έστησε στον εαυτό του τρόπαιο· έπειτα στράφηκε, και διαπέρασε, και κατέβηκε στα Γάλγαλα.
13 Και ο Σαμουήλ πήγε στον Σαούλ· και ο Σαούλ είπε σ' αυτόν: Ευλογημένος να είσαι από τον Κύριο! Εκτέλεσα τον λόγο τού Κυρίου.
14 Και ο Σαμουήλ είπε: Και ποια είναι αυτή η φωνή των προβάτων στα αυτιά μου, και η φωνή των βοδιών, που ακούω;
15 Και ο Σαούλ είπε: Τα έφερα από τους Αμαληκίτες· επειδή, ο λαός λυπήθηκε τα καλύτερα από τα πρόβατα, και τα βόδια, για να θυσιάσει στον Κύριο τον Θεό σου· τα υπόλοιπα, όμως, τα εξολοθρεύσαμε.
16 Τότε, ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: Άφησε, και θα σου αναγγείλω τι μου είπε ο Κύριος τη νύχτα. Κι εκείνος του είπε: Λέγε.
17 Και ο Σαμουήλ είπε: Ενώ εσύ ήσουν μικρός μπροστά στα μάτια σου, δεν έγινες το κεφάλι των φυλών τού Ισραήλ, και ο Κύριος σε έχρισε βασιλιά επάνω στον Ισραήλ;
18 Και ο Κύριος σε έστειλε στον δρόμο, και είπε: Πήγαινε και εξολόθρευσε εκείνους που αμαρτάνουν σε μένα, τους Αμαληκίτες, και πολέμησε εναντίον τους μέχρις ότου τους εξαφανίσεις·
19 γιατί, λοιπόν, δεν υπάκουσες στη φωνή τού Κυρίου, αλλά όρμησες επάνω στα λάφυρα, και έπραξες το κακό μπροστά στον Κύριο;
20 Και ο Σαούλ είπε στον Σαμουήλ: Ναι, υπάκουσα στη φωνή τού Κυρίου, και πήγα στον δρόμο, που ο Κύριος με απέστειλε, και έφερα τον Αγάγ τον βασιλιά τού Αμαλήκ, αλλά τους Αμαληκίτες τούς εξολόθρευσα·
21 όμως, ο λαός πήρε από τα λάφυρα, πρόβατα, και βόδια, τα καλύτερα από τα απαγορευμένα, για να θυσιάσει στον Κύριο τον Θεό σου στα Γάλγαλα.
22 Και ο Σαμουήλ είπε: Μήπως ο Κύριος αρέσκεται στα ολοκαυτώματα και στις θυσίες, όπως στο να υπακούμε στη φωνή τού Κυρίου; Δες, η υποταγή είναι καλύτερη από τη θυσία· η υπακοή, παρά το πάχος των κριαριών·
23 επειδή, η απείθεια είναι όπως το αμάρτημα της μαγείας· και το πείσμα, όπως η ασέβεια και η ειδωλολατρεία· επειδή, εσύ απέρριψες τον λόγο του Κυρίου, γι' αυτό και ο Κύριος σε απέρριψε από το να είσαι βασιλιάς.
24 Και ο Σαούλ είπε στον Σαμουήλ: Αμάρτησα· για τον λόγο ότι, παρέβηκα το πρόσταγμα του Κυρίου, και τους λόγους σου, επειδή φοβήθηκα τον λαό, και υπάκουσα στη φωνή τους·
25 τώρα, λοιπόν, παρακαλώ, συγχώρεσε το αμάρτημά μου, και επίστρεψε μαζί μου, για να προσκυνήσω τον Κύριο.
26 Και ο Σαμουήλ είπε: Δεν θα επιστρέψω μαζί σου· επειδή, απέρριψες τον λόγο τού Κυρίου, και ο Κύριος σε απέρριψε από το να είσαι βασιλιάς επάνω στον Ισραήλ.
27 Και καθώς ο Σαμουήλ στράφηκε για να αναχωρήσει, εκείνος τον έπιασε από το κράσπεδο του ιματίου του· και ξεσχίστηκε.
28 Και ο Σαμουήλ τού είπε: Ξέσχισε από σένα σήμερα ο Κύριος τη βασιλεία τού Ισραήλ, και την έδωσε στον κοντινό σου, τον καλύτερό σου·
29 ούτε θα πει ψέματα ο Ισχυρός του Ισραήλ ούτε θα μεταμεληθεί· επειδή, αυτός δεν είναι άνθρωπος, ώστε να μεταμεληθεί.
30 Κι εκείνος είπε: Αμάρτησα· αλλά, τίμησέ με τώρα, παρακαλώ, μπροστά στους πρεσβύτερους του λαού μου, και μπροστά στον Ισραήλ, και επίστρεψε μαζί μου, για να προσκυνήσω τον Κύριο τον Θεό σου.
31 Και ο Σαμουήλ επέστρεψε πίσω από τον Σαούλ, και προσκύνησε ο Σαούλ τον Κύριο.
32 Τότε, ο Σαμουήλ είπε: Φέρτε μου εδώ τον Αγάγ τον βασιλιά των Αμαληκιτών. Και ο Αγάγ ήρθε σ' αυτόν με έκδηλη χαρά· επειδή, ο Αγάγ έλεγε: Σίγουρα, η πικρία τού θανάτου πέρασε.
33 Και ο Σαμουήλ είπε: Καθώς η ρομφαία σου ατέκνωσε γυναίκες, έτσι θα ατεκνωθεί και η μητέρα σου ανάμεσα στις γυναίκες. Και ο Σαμουήλ κατέκοψε τον Αγάγ μπροστά στον Κύριο στα Γάλγαλα.
34 Τότε, ο Σαμουήλ αναχώρησε στη Ραμά· και ο Σαούλ ανέβηκε στο σπίτι του, στη Γαβαά Σαούλ.
35 Και ο Σαμουήλ δεν είδε πλέον τον Σαούλ μέχρι την ημέρα τού θανάτου του· πένθησε, όμως, ο Σαμουήλ για τον Σαούλ. Και ο Κύριος μεταμελήθηκε που έκανε τον Σαούλ βασιλιά επάνω στον Ισραήλ.