1 Σαμουήλ / 1 Samuel
1 ΚΑΙ ανήγγειλαν στον Δαβίδ, λέγοντας: Δες, οι Φιλισταίοι πολεμούν στην Κεειλά, και αρπάζουν τα αλώνια.
2 Και ο Δαβίδ ρώτησε τον Κύριο, λέγοντας: Να πάω και να χτυπήσω αυτούς τους Φιλισταίους; Και ο Κύριος είπε στον Δαβίδ: Πήγαινε, και χτύπησε τους Φιλισταίους, και σώσε την Κεειλά.
3 Και οι άνδρες τού Δαβίδ τού είπαν: Δες, εμείς εδώ στην Ιουδαία φοβόμαστε· πόσο δε μάλλον, αν πάμε στην Κεειλά, ενάντια στα στρατεύματα των Φιλισταίων;
4 Και ο Δαβίδ ξαναρώτησε τον Κύριο. Και ο Κύριος του απάντησε, και είπε: Σήκω, κατέβα στην Κεειλά· επειδή, θα παραδώσω τους Φιλισταίους στο χέρι σου.
5 Τότε, ήρθε ο Δαβίδ και οι άνδρες του στην Κεειλά, και πολέμησε με τους Φιλισταίους, και πήρε τα κτήνη τους, και τους χτύπησε με μεγάλη σφαγή. Και ο Δαβίδ έσωσε τους κατοίκους τής Κεειλά.
6 Και όταν ο Αβιάθαρ, ο γιος τού Αχιμέλεχ, έφυγε προς τον Δαβίδ στην Κεειλά, αυτός είχε κατέβει με εφόδ στο χέρι του.
7 Και αναγγέλθηκε στον Σαούλ ότι ο Δαβίδ είχε έρθει στην Κεειλά. Και ο Σαούλ είπε: Ο Θεός τον παρέδωσε στο χέρι μου· επειδή, αποκλείστηκε, μπαίνοντας σε πόλη, που έχει πύλες και μοχλούς.
8 Και ο Σαούλ συγκάλεσε ολόκληρο τον λαό σε πόλεμο, για να κατέβει στην Κεειλά, να πολιορκήσει τον Δαβίδ και τους άνδρες του.
9 Και ο Δαβίδ έμαθε ότι ο Σαούλ μηχανευόταν κακό εναντίον του· και είπε στον Αβιάθαρ, τον ιερέα: Φέρε εδώ το εφόδ.
10 Και ο Δαβίδ είπε: Κύριε, Θεέ τού Ισραήλ, ο δούλος σου άκουσε με βεβαιότητα ότι ο Σαούλ ζητάει νάρθει στην Κεειλά, για να εξολοθρεύσει την πόλη εξαιτίας μου·
11 θα με παραδώσουν σ' αυτόν οι άνδρες τής Κεειλά; Θα κατέβει ο Σαούλ, καθώς ο δούλος σου άκουσε; Κύριε, Θεέ τού Ισραήλ, φανέρωσε, παρακαλώ, στον δούλο σου. Και ο Κύριος είπε: Θα κατέβει.
12 Ο Δαβίδ είπε ξανά: Οι άνδρες τής Κεειλά θα παραδώσουν εμένα και τους άνδρες μου στο χέρι τού Σαούλ; Και ο Κύριος είπε: Θα παραδώσουν.
13 Τότε ο Δαβίδ και οι άνδρες του, περίπου 600, σηκώθηκαν και βγήκαν έξω από την Κεειλά, και πήγαν όπου μπορούσαν. Και αναγγέλθηκε στον Σαούλ, ότι διασώθηκε ο Δαβίδ από την Κεειλά· γι' αυτό, παραιτήθηκε από το να βγει έξω.
14 Και ο Δαβίδ κάθησε στην έρημο, σε οχυρωμένους τόπους, και έμενε σε κάποιο βουνό στην έρημο Ζιφ. Και ο Σαούλ τον ζητούσε όλες τις ημέρες· ο Θεός, όμως, δεν τον παρέδωσε στο χέρι του.
15 Και ο Δαβίδ είδε ότι ο Σαούλ βγήκε για να ζητάει τη ζωή του· και ο Δαβίδ ήταν στην έρημο Ζιφ, μέσα στο δάσος.
16 Τότε σηκώθηκε ο Ιωνάθαν, ο γιος τού Σαούλ, και πήγε στον Δαβίδ στο δάσος, και ενίσχυσε το χέρι του στην εξάρτησή του από τον Θεό.
17 Και του είπε: Μη φοβάσαι, επειδή δεν θα σε βρει το χέρι τού Σαούλ, του πατέρα μου· κι εσύ θα βασιλεύσεις στον Ισραήλ, κι εγώ θα είμαι δεύτερος από σένα· μάλιστα, και ο Σαούλ ο πατέρας μου το ξέρει αυτό.
18 Και έκαναν και οι δυο τους συνθήκη μπροστά στον Κύριο· και ο Δαβίδ καθόταν μέσα στο δάσος, και ο Ιωνάθαν αναχώρησε στο σπίτι του.
19 Και ανέβηκαν οι Ζιφαίοι στον Σαούλ στη Γαβαά, λέγοντας: Δεν είναι κρυμμένος σε μας ο Δαβίδ, σε οχυρώματα μέσα στο δάσος, επάνω στο βουνό Εχελά, που είναι προς τα δεξιά τού Γεσιμών;
20 Τώρα, λοιπόν, βασιλιά, κατέβα, με όλη την επιθυμία τής ψυχής σου στο να κατέβεις· και δικό μας έργο θα είναι, να τον παραδώσουμε στο χέρι τού βασιλιά.
21 Και ο Σαούλ είπε: Ευλογημένοι εσείς από τον Κύριο, επειδή δείξατε συμπάθεια σε μένα·
22 πηγαίνετε, λοιπόν, και βεβαιωθείτε με περισσότερη ακρίβεια, και μάθετε και δείτε τον τόπο του, πού κρύβεται, ποιος τον είδε εκεί· επειδή, μου είπαν ότι μηχανεύεται πανουργίες·
23 δείτε, λοιπόν, και μάθετε σε ποιον από τους απόκρυφους τόπους είναι κρυμμένος, και, αφού βεβαιωθείτε, γυρίστε σε μένα· και θα πάω μαζί σας· και, αν είναι σ' αυτή τη γη, σίγουρα θα τον εξιχνιάσω ανάμεσα σε όλες τις χιλιάδες τού Ιούδα.
24 Και σηκώθηκαν και πήγαν στη Ζιφ πριν από τον Σαούλ· ο Δαβίδ, όμως, και οι άνδρες του ήσαν στην έρημο Μαών, στην πεδιάδα, προς τα δεξιά τού Γεσιμών.
25 Και πήγε ο Σαούλ και οι άνδρες του να τον αναζητήσουν. Κι αυτό αναγγέλθηκε στον Δαβίδ· γι' αυτό, κατέβηκε στην πέτρα, και καθόταν στην έρημο Μαών. Και όταν ο Σαούλ το άκουσε, έτρεξε πίσω από τον Δαβίδ, στην έρημο Μαών.
26 Και ο μεν Σαούλ πορευόταν κατά τούτο το μέρος τού βουνού, ο Δαβίδ όμως και οι άνδρες του κατ' εκείνο το μέρος τού βουνού· και ο Δαβίδ βιάστηκε να φύγει μπροστά από τον Σαούλ· όμως, ο Σαούλ και οι άνδρες του περικύκλωσαν τον Δαβίδ και τους άνδρες του, για να τους πιάσουν.
27 Ήρθε δε ένας μηνυτής στον Σαούλ, λέγοντας: Βιάσου, και έλα, επειδή οι Φιλισταίοι έκαναν επιδρομή στη γη.
28 Και ο Σαούλ γύρισε πίσω από το να καταδιώκει τον Δαβίδ, και πήγε σε συνάντηση των Φιλισταίων· γι' αυτό, ονόμασαν εκείνο τον τόπο, Σελά-αμμαλεκώθ.
29 Ανέβηκε δε ο Δαβίδ από εκεί και κάθησε στους οχυρωμένους τόπους τής Εν-γαδδί.