1 Σαμουήλ / 1 Samuel
1 Και οι άνδρες τής Κιριάθ-ιαρείμ ήρθαν, και ανέβασαν την κιβωτό τού Κυρίου, και την έφεραν στο σπίτι τού Αβιναδάβ, επάνω στον λόφο, και καθιέρωσαν τον Ελεάζαρ, τον γιο του, για να φυλάττει την κιβωτό τού Κυρίου.
2 Και από την ημέρα που η κιβωτός τοποθετήθηκε στην Κιριάθ-ιαρείμ, πέρασε πολύς καιρός· και έγιναν 20 χρόνια· και ολόκληρος ο οίκος Ισραήλ στέναζε, αναζητώντας τον Κύριο.
3 Και ο Σαμουήλ είπε σε ολόκληρο τον οίκο Ισραήλ, λέγοντας: Αν εσείς επιστρέφετε με ολόκληρη την καρδιά σας προς τον Κύριο, αποβάλτε από ανάμεσά σας τους ξένους θεούς, και τις Ασταρώθ, και ετοιμάστε τις καρδιές σας προς τον Κύριο, και λατρεύετε μονάχα αυτόν· και θα σας ελευθερώσει από το χέρι των Φιλισταίων.
4 Τότε οι γιοι Ισραήλ απέβαλαν τους Βααλείμ και τις Ασταρώθ, και λάτρευσαν μονάχα τον Κύριο.
5 Και ο Σαμουήλ είπε: Συγκεντρώστε ολόκληρο τον Ισραήλ στη Μισπά, και θα προσευχηθώ για σας στον Κύριο.
6 Και συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί στη Μισπά, και άντλησαν νερό, και το έχυναν μπροστά στον Κύριο, και νήστευσαν εκείνη την ημέρα, κι εκεί είπαν: Αμαρτήσαμε στον Κύριο. Και ο Σαμουήλ έκρινε τους γιους Ισραήλ στη Μισπά.
7 Και όταν οι Φιλισταίοι άκουσαν ότι συγκεντρώθηκαν οι γιοι Ισραήλ, στη Μισπά, ανέβηκαν οι σατράπες των Φιλισταίων ενάντια στον Ισραήλ. Και καθώς οι γιοι Ισραήλ άκουσαν, φοβήθηκαν μπροστά από τους Φιλισταίους.
8 Και οι γιοι Ισραήλ είπαν στον Σαμουήλ: Μη σταματήσεις να βοάς για χάρη μας στον Κύριο τον Θεό μας, για να μας σώσει από το χέρι των Φιλισταίων.
9 Και ο Σαμουήλ πήρε ένα αρνί, που θήλαζε, και το προσέφερε ολόκληρο ως ολοκαύτωμα στον Κύριο· και ο Σαμουήλ βόησε στον Κύριο για χάρη τού Ισραήλ· και ο Κύριος τον εισάκουσε.
10 Κι ενώ ο Σαμουήλ πρόσφερνε το ολοκαύτωμα, οι Φιλισταίοι πλησίασαν για να πολεμήσουν ενάντια στον Ισραήλ· και ο Κύριος βρόντησε με δυνατή φωνή, εκείνη την ημέρα, επάνω στους Φιλισταίους, και τους κατατρόπωσε· και χτυπήθηκαν μπροστά στον Ισραήλ.
11 Και οι άνδρες τού Ισραήλ βγήκαν από τη Μισπά, και καταδίωξαν τους Φιλισταίους, και τους χτύπησαν, μέχρι από κάτω από τη Βαιθ-χάρ.
12 Τότε, ο Σαμουήλ πήρε μια πέτρα, και την έστησε ανάμεσα στη Μισπά και τη Σεν, και αποκάλεσε το όνομά της Έβεν-έζερ, λέγοντας: Μέχρι τώρα μας βοήθησε ο Κύριος.
13 Και οι Φιλισταίοι ταπεινώθηκαν, και δεν ήρθαν πλέον στα όρια του Ισραήλ· και το χέρι τού Κυρίου ήταν ενάντια στους Φιλισταίους όλες τις ημέρες τού Σαμουήλ.
14 Και οι πόλεις, που οι Φιλισταίοι είχαν πάρει από τον Ισραήλ, αποδόθηκαν στον Ισραήλ, από την Ακκαρών μέχρι τη Γαθ· και ο Ισραήλ ελευθέρωσε τα όριά τους από το χέρι των Φιλισταίων. Και υπήρχε ειρήνη ανάμεσα στον Ισραήλ και τους Αμορραίους.
15 Και ο Σαμουήλ έκρινε τον Ισραήλ όλες τις ημέρες τής ζωής του·
16 και πήγαινε κάθε χρόνο, περιοδεύοντας στη Βαιθήλ, και στα Γάλγαλα, και στη Μισπά, και έκρινε τον Ισραήλ σε όλους αυτούς τους τόπους·
17 και η επιστροφή του ήταν στη Ραμά· επειδή, εκεί ήταν το σπίτι του, κι εκεί έκρινε τον Ισραήλ· εκεί, ακόμα, οικοδόμησε θυσιαστήριο στον Κύριο.