Ησαΐας / Isaiah
1 Η ΟΡΑΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΜΩΑΒ. Επειδή, η Αρ τού Μωάβ πορθήθηκε τη νύχτα, και αφανίστηκε· επειδή, η Κιρ τού Μωάβ πορθήθηκε τη νύχτα, και αφανίστηκε·
2 ανέβηκε στο σπίτι, και στη Δαιβών, τους ψηλούς τόπους, για να κλάψει· ο Μωάβ θα ολολύξει για τη Νεβώ, και για τη Μεδεβά· όλα τα κεφάλια θα φαλακρωθούν, κάθε γένι θα ξυριστεί.
3 Στους δρόμους τους θα είναι περιζωσμένοι με σάκους· επάνω στις ταράτσες τους, και στις πλατείες τους όλοι θα ολολύξουν με μεγάλον κλαυθμό·
4 και η Εσεβών θα βοά, και η Ελεαλή· η βοή τους θα ακουστεί μέχρι την Ιασσά· γι' αυτό, οι οπλοφόροι άνδρες τού Μωάβ θα ολολύξουν· η ψυχή τους θα ολολύξει γι' αυτούς.
5 Η καρδιά μου θα αναβοήσει για τον Μωάβ· οι φυγάδες του θα τρέξουν μέχρι τη Σηγώρ, σαν τριετής δάμαλη· επειδή, θα ανέβουν κλαίγοντας από την ανάβαση της Λουείθ· επειδή, στον δρόμο τής Οροναϊμ θα υψώσουν φωνή εξολοθρεμού·
6 επειδή, τα νερά της Νιμρείμ θα εκλείψουν· επειδή, το χορτάρι ξεράθηκε, η χλόη εξέλιπε, δεν υπάρχει τίποτε χλωρό.
7 Γι' αυτό, η αφθονία που σύναξαν, και εκείνο που αποταμίευσαν, θα φερθεί στην κοιλάδα με τις ιτιές.
8 Επειδή, η φωνή έφτασε ολόγυρα στα όρια του Μωάβ· ο ολολυγμός της μέχρι την Εγλαϊμ, και ο ολολυγμός της στη Βηρ-αιλείμ.
9 Επειδή, τα νερά της Δειμών θα γεμίσουν από αίμα· επειδή, ακόμα θα επιφέρω δεινά επάνω στη Δειμών, λιοντάρια ενάντια σ' εκείνον που διασώθηκε από τον Μωάβ, και ενάντια στα υπόλοιπα του τόπου.