Ησαΐας / Isaiah
1 ΣΙΩΠΑΤΕ μπροστά μου, ω νησιά· και οι λαοί ας ανανεώσουν δύναμη· ας πλησιάσουν, και τότε ας μιλήσουν· ας προσέλθουμε μαζί σε κρίση.
2 Ποιος σήκωσε τον δίκαιο από την ανατολή, τον προσκάλεσε κατά πόδας του, του παρέδωσε τα έθνη, και τον έκανε κύριο επάνω στους βασιλιάδες; Ποιος τους παρέδωσε στη μάχαιρά του σαν χώμα, και στο τόξο του σαν άχυρο που σπρώχνεται από τον άνεμο;
3 Τους καταδίωξε, και πέρασε από μέσα με ασφάλεια, από τον δρόμο, που δεν είχε περπατήσει με τα πόδια του.
4 Ποιος ενέργησε και το έκανε, καλώντας τις γενεές εξαρχής; Εγώ ο Κύριος, ο πρώτος, κι αυτός που είμαι με τους έσχατους· εγώ, ο ίδιος.
5 Τα νησιά είδαν, και φοβήθηκαν· τα πέρατα της γης τρόμαξαν, πλησίασαν, και ήρθαν.
6 Βοήθησαν κάθε ένας τον πλησίον του· και είπε στον αδελφό του: Να είσαι ισχυρός.
7 Και ο ξυλουργός ενίσχυε τον χρυσοχόο, κι αυτός που λέπτυνε με το σφυρί, αυτόν που σφυροκοπούσε επάνω στο αμόνι, λέγοντας: Είναι καλό για τη συγκόλληση· και το στερεώνει με καρφιά, για να μη κινείται.
8 Αλλ' εσύ, Ισραήλ, δούλε μου, Ιακώβ, εκλεκτέ μου, το σπέρμα τού Αβραάμ τού αγαπητού μου,
9 εσύ, τον οποίο πήρα από τα άκρα τής γης, και σε κάλεσα από τις εσχατιές της, και σου είπα: Εσύ είσαι ο δούλος μου· εγώ σε έκλεξα, και δεν θα σε απορρίψω·
10 μη φοβάσαι· επειδή, εγώ είμαι μαζί σου· μη τρομάζεις· επειδή, εγώ είμαι ο Θεός σου· σε ενίσχυσα· μάλιστα, σε βοήθησα· μάλιστα, σε υπερασπίστηκα με το δεξί χέρι τής δικαιοσύνης μου.
11 Δες, όλοι οι οργισμένοι εναντίον σου θα καταισχυνθούν και θα ντραπούν· θα είναι σαν ένα τίποτε· και οι αντίδικοί σου θα αφανιστούν.
12 Θα τους αναζητήσεις, και δεν θα τους βρεις, τους εναντιούμενους σε σένα· αυτοί που πολεμούν εναντίον σου θα γίνουν ένα τίποτε, και σαν εξουθένωμα.
13 Επειδή, εγώ ο Κύριος ο Θεός σου είμαι που κρατάω το δεξί σου χέρι, λέγοντάς σου: Μη φοβάσαι· εγώ θα σε βοηθήσω.
14 Μη φοβάσαι, ω σκουλήκι Ιακώβ, ω θνητοί τού Ισραήλ· εγώ θα σε βοηθάω, λέει ο Κύριος· και λυτρωτής σου είναι ο Άγιος του Ισραήλ.
15 Να, εγώ θα σε κάνω νέο κοφτερό αλωνιστήρι όργανο οδοντωτό· θα αλωνίσεις τα βουνά, και θα τα λεπτύνεις, και θα κάνεις τους λόφους σαν λεπτό άχυρο.
16 Θα τα ανεμίσεις, και ο άνεμος θα τα σηκώσει, και ο ανεμοστρόβιλος θα τα διασκορπίσει· εσύ, όμως, θα ευφρανθείς στον Κύριο, και θα δοξαστείς στον Άγιο του Ισραήλ.
17 Όταν οι φτωχοί και οι ενδεείς ζητήσουν νερό, και δεν υπάρχει, και η γλώσσα τους θα ξεραίνεται από τη δίψα, εγώ ο Κύριος θα τους εισακούσω, ο Θεός τού Ισραήλ δεν θα τους εγκαταλείψω.
18 Θα ανοίξω ποτάμια σε ψηλούς τόπους, και πηγές στο μέσον των κοιλάδων· θα κάνω την έρημο λίμνες νερών, και την ξερή γη πηγές νερών.
19 Μέσα στην έρημο θα φυτέψω τον κέδρο, το δέντρο τής ακακίας, και τη μυρτιά, και το ελιόδεντρο· μέσα στην ακατοίκητη γη θα βάλω μαζί το έλατο, το πεύκο, και τον πύξο·
20 για να δουν, και να γνωρίσουν, και να στοχαστούν, και να εννοήσουν ταυτόχρονα, ότι το χέρι του Κυρίου το έκανε, και ο Άγιος του Ισραήλ το δημιούργησε.
21 Παραστήστε τη δίκη σας, λέει ο Κύριος· διατυπώστε τα δυνατά σας επιχειρήματα, λέει ο Βασιλιάς τού Ιακώβ.
22 Ας πλησιάσουν και ας μας δείξουν τι θα συμβεί· ας αναγγείλουν τα προγενέστερα, τι ήσαν, για να τα στοχαστούμε, και να γνωρίσουμε τα έσχατά τους· ή, ας μας αναγγείλουν τα μελλοντικά γεγονότα.
23 Αναγγείλατε αυτά που θα συμβούν στο μετέπειτα διάστημα, για να γνωρίσουμε ότι είστε θεοί· ακόμα, κάντε καλό ή κάντε κακό, για να θαυμάσουμε, και να δούμε ταυτόχρονα.
24 Δέστε, εσείς είστε λιγότερο και από το μηδέν, και το έργο σας χειρότερο και από το μηδέν· όποιος σας εκλέγει, είναι βδέλυγμα.
25 Σήκωσα έναν από τον βορρά, και θάρθει· από την ανατολή τού ήλιου θα επικαλείται το όνομά μου· και θα πατήσει επάνω στους ηγεμόνες σαν επάνω σε πηλό, και όπως ο κεραμέας καταπατάει τον άργιλο.
26 Ποιος τα ανήγγειλε αυτά εξαρχής, για να γνωρίσουμε; Και προ του καιρού τους, για να πούμε: Αυτός είναι ο δίκαιος; Αλλά, κανένας δεν υπάρχει που να αναγγέλλει· αλλά, κανένας δεν υπάρχει που να διακηρύττει· αλλά, κανένας δεν υπάρχει που να ακούει τα λόγια σας.
27 Εγώ ο πρώτος θα πω προς τη Σιών: Δες, δες αυτά· και θα δώσω στην Ιερουσαλήμ αυτόν που ευαγγελίζεται.
28 Επειδή, κοίταξα, και δεν υπήρχε κανένας, ναι, ανάμεσά τους, αλλά δεν υπήρχε σύμβουλος, που να μπορεί να απαντήσει έναν λόγο, όταν τους ρώτησα.
29 Δέστε, όλοι είναι ματαιότητα, τα έργα τους είναι ένα μηδέν· τα χωνευτά τους άνεμος και ματαιότητα.