Ιώβ / Job
1 ΚΑΙ ο Ιώβ απάντησε, και είπε:
2 Πόσο βοήθησες τον αδύνατο! Έσωσες τον ανίσχυρο βραχίονα!
3 Πόσο συμβούλευσες τον άσοφο! Και έδειξες καθόλα τέλεια σύνεση!
4 Σε ποιον ανήγγειλες τα λόγια; Και τίνος η πνοή βγήκε από σένα;
5 Οι νεκροί τον τρέμουν κάτω από τα νερά, κι αυτοί που συγκατοικούν μαζί τους.
6 Ο άδης είναι γυμνός μπροστά του, και η απώλεια δεν έχει σκέπασμα.
7 Απλώνει τον βοριά επάνω στο κενό· κρεμάει τη γη επάνω στο μηδέν.
8 Δεσμεύει τα νερά στα σύννεφά του· και το σύννεφο δεν σχίζεται από κάτω τους.
9 Σκεπάζει το πρόσωπο του θρόνου του· απλώνει το σύννεφό του επάνω του.
10 Περικύκλωσε τα νερά με όρια, μέχρι τη συντέλεια του φωτός και του σκοταδιού.
11 Οι στύλοι τού ουρανού τρέμουν, και από την επιτίμησή του εξίστανται.
12 Ταράζει τη θάλασσα με τη δύναμή του, και με τη σύνεσή του καταδαμάζει την υπερηφάνειά της.
13 Με το πνεύμα του κόσμησε τους ουρανούς· το χέρι του σχημάτισε το συστρεφόμενο Φίδι.
14 Να, αυτά είναι τα κράσπεδα των δρόμων του· αλλά, πόσο πολύ λίγο ακούμε γι' αυτόν; Και τη βροντή τής δύναμής του ποιος μπορεί να την εννοήσει;